Γερμανικές εκλογές: Οι ηττημένοι δοκιμάζουν κοστούμια νικητών

Το ερώτημα «Ποιος είναι νικητής;» είναι αυτονόητο μετά από εκλογική διαδικασία. Καθώς όμως στη Γερμανία σαρωτικές νίκες και «αυτοδυναμίες» δεν ανήκουν στην παράδοση της χώρας, μπορεί να έχουμε πρώτο, αλλά τα αποτελέσματα των κρίσιμων χθεσινών εκλογών έχουν κυρίως ηττημένους.
Οι Χριστιανοδημοκράτες μπορεί να αναδείχθηκαν πρώτο κόμμα και να θεωρείται αυτονόητο ότι ο Φρίντριχ Μερτς θα είναι ο επόμενος καγκελάριος, αλλά βρέθηκαν κάτω από το ψυχολογικό όριο του 30% που μειώνει τη διαπραγματευτική τους δύναμη σε επικείμενο κυβερνητικό συνασπισμό, ο οποίος όλα δείχνουν ότι θα είναι ο λεγόμενος «μεγάλος» με τους σοσιαλδημοκράτες.
Το κόμμα του Σολτς θα παραμείνει στην κυβέρνηση, αλλά το να καταταγεί τρίτο κόμμα είναι μια σοβαρή ήττα, από τις μεγαλύτερες στην μεγάλη ιστορία του κόμματος. Ουσιαστικά μέχρι πρότινος καγκελάριος έχει εξαντλήσει το πολιτικό του κεφάλαιο και πάει σε μια διαπραγμάτευση για την επόμενη κυβέρνηση αποδυναμωμένος.
Οι Πράσινοι κράτησαν τις δυνάμεις τους, αλλά παραμένουν τρίτος πόλος και οι Φιλελεύθεροι, αν και το πάλεψαν έμειναν τελικά εκτός κοινοβουλίου.
Κανένα από τα τέσσερα κυρίαρχα κόμματα στην πολιτική ζωή της Γερμανίας τα τελευταία 40 χρόνια ουσιαστικά δεν κέρδισε καθαρά τις εκλογές. Η παγκόσμια τάση για αμφισβήτηση από το εκλογικό σώμα της αποτελεσματικότητας του πολιτικού κατεστημένου επιβεβαιώθηκε και στη Γερμανία και η σαρωτική άνοδος του ακροδεξιού AfD έδειξε ότι δεν είναι πλέον μια περιθωρειακή δύναμη που θα κάνει κάποιες καλές επιδόσεις σε κάποια κρατίδια, αλλά πλέον θα μιλά από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Το πολιτικό κατεστημένο θα συνασπιστεί – με όποιο κυβερνητικό σχήμα- θα κυβερνήσει και ουσιαστικά θα δυσκολευτεί να απαντήσει στις προκλήσεις της εποχής, που είναι ακόμα μεγαλύτερες μετά την εκλογή Τραμπ στις ΗΠΑ. Όπως συνέβη πολλές φορές και στην Γαλλία υπάρχει μια εγρήγορση ώστε η ακροδεξιά να αποκλειστεί από την εξουσία, αλλά αυτό που καταγράφει πολιτικά είναι μία νίκη. Οι πολιτικές ηγεσίες στην Ευρώπη μοιάζουν να ψάχνουν τεχνικές αποκλεισμών, ενώ το μεγάλο τους πρόβλημα είναι ότι πείθουν όλο και λιγότερο τον κόσμο που ζητά «εναλλακτικές». Μπορεί ο Μερτς να διαβεβαίωσε ότι η χώρα του θα έχει σύντομα κυβέρνηση, αλλά κάτι τέτοιο δεν οδηγεί αυτομάτως στην λύση των προβλημάτων και ειδικά για μία Γερμανία που έχει να αντιμετωπίσει τα περισσότερα από το τέλος το πολέμου. Μια κυβέρνηση με τόσους «ηττημένους» άλλωστε δεν είναι βέβαιο ότι θα έχει την αυτοπεποίθηση να ορίσει την ατζέντα.