Γιατί η μαγνητική Ανωμαλία του Νότιου Ατλαντικού ανησυχεί τους επιστήμονες της NASA

Η NASA παρακολουθεί μια παράξενη ανωμαλία στο μαγνητικό πεδίο της Γης: μια τεράστια περιοχή χαμηλότερης μαγνητικής έντασης πάνω από τον πλανήτη, που εκτείνεται μεταξύ της Νότιας Αμερικής και της νοτιοδυτικής Αφρικής.
Αυτό το εξελισσόμενο φαινόμενο, που ονομάζεται Ανωμαλία του Νότιου Ατλαντικού (South Atlantic Anomaly ή SSA), απασχολεί τους επιστήμονες εδώ και χρόνια. Σε γενικές γραμμές δεν επηρεάζει τη ζωή στη Γη, αλλά δεν ισχύει το ίδιο για τα διαστημόπλοια και τους δορυφόρους (συμπεριλαμβανομένου του Διεθνούς Διαστημικού Σταθμού), τα οποία περνούν απευθείας μέσα από την ανωμαλία καθώς κάνουν κύκλο γύρω από τη Γη σε χαμηλό ύψος τροχιάς.
Κατά τη διάρκεια αυτών των περασμάτων, η μειωμένη ισχύς του μαγνητικού πεδίου στο εσωτερικό της ανωμαλίας σημαίνει ότι τα τεχνολογικά συστήματα των σκαφών και των δορυφόρων μπορούν να βραχυκυκλώσουν και να παρουσιάσουν δυσλειτουργία, εάν χτυπηθούν από πρωτόνια υψηλής ενέργειας που προέρχονται από τον Ήλιο.
Κάτι τέτοιο ενέχει τον κίνδυνο να προκαλέσει σημαντική απώλεια δεδομένων ή ακόμη και μόνιμη βλάβη σε βασικά εξαρτήματα, γι’ αυτό και οι χειριστές δορυφόρων υποχρεώνονται να κλείνουν τακτικά τα συστήματά τους, πριν αυτοί εισέλθουν στη ζώνη της ανωμαλίας, αναφέρει το Science Alert.
Πολύπλοκο και δυσνόητο φαινόμενο
Ο μετριασμός αυτών των κινδύνων στο διάστημα είναι ένας λόγος για τον οποίο η NASA παρακολουθεί την SAA· ένας άλλος είναι ότι το μυστήριο της ανωμαλίας αποτελεί μια μεγάλη ευκαιρία για τη διερεύνηση ενός πολύπλοκου και δυσνόητου φαινομένου.
«Το μαγνητικό πεδίο είναι στην πραγματικότητα μια υπέρθεση πεδίων από πολλές πηγές ρεύματος», εξήγησε το 2020 ο γεωφυσικός Terry Sabaka από το Κέντρο Διαστημικών Πτήσεων Goddard της NASA.
Η κύρια πηγή θεωρείται ότι είναι ένας στροβιλιζόμενος ωκεανός λιωμένου σιδήρου μέσα στον εξωτερικό πυρήνα της Γης, χιλιάδες χιλιόμετρα κάτω από το έδαφος. Η κίνηση αυτής της μάζας δημιουργεί ηλεκτρικά ρεύματα που δημιουργούν το μαγνητικό πεδίο της Γης, αλλά όχι απαραίτητα ομοιόμορφα, όπως φαίνεται.
Μια τεράστια δεξαμενή πυκνών πετρωμάτων που ονομάζεται Αφρικανική Μεγάλη Επαρχία Χαμηλής Διατμητικής Ταχύτητας, η οποία βρίσκεται περίπου 2.900 χιλιόμετρα κάτω από την αφρικανική ήπειρο, πιστεύεται ότι διαταράσσει τη δημιουργία του πεδίου, με αποτέλεσμα το φαινόμενο της εξασθένησης –το οποίο υποβοηθείται από την κλίση του μαγνητικού άξονα του πλανήτη.
«Η παρατηρούμενη ανωμαλία μπορεί επίσης να ερμηνευτεί ως συνέπεια της εξασθένησης της κυριαρχίας του διπολικού πεδίου στην περιοχή», δήλωσε το 2020 ο γεωφυσικός και μαθηματικός Weijia Kuang του Κέντρου Goddard της NASA. «Πιο συγκεκριμένα, ένα τοπικό πεδίο με αντίστροφη πολικότητα αναπτύσσεται έντονα στην περιοχή της SAA, καθιστώντας έτσι την ένταση του πεδίου πολύ αδύναμη, ασθενέστερη από εκείνη των γύρω περιοχών».
Διάσπαση σε δύο τμήματα
Ενώ υπάρχουν πολλά που οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμη κατανοήσει πλήρως σχετικά με την ανωμαλία και τις επιπτώσεις της, νέες γνώσεις ρίχνουν συνεχώς φως σε αυτό το παράξενο φαινόμενο.
Μελέτη με επικεφαλής την ηλιοφυσικό Ashley Greeley της NASA το 2016 αποκάλυψε ότι η SAA κινείται αργά. Και όχι μόνο κινείται, αλλά μοιάζει να βρίσκεται σε διαδικασία διάσπασης σε δύο ξεχωριστά τμήματα, καθένα από τα οποία αντιπροσωπεύει ένα ξεχωριστό κέντρο ελάχιστης μαγνητικής έντασης μέσα στην ευρύτερη ανωμαλία.
Δορυφορικά δεδομένα υποδεικνύουν ότι η Ανωμαλία του Νότιου Ατλαντικού μοιάζει να βρίσκεται σε διαδικασία διάσπασης σε δύο ξεχωριστά τμήματα
Division of Geomagnetism, DTU Space
Το τι ακριβώς σημαίνει αυτό για το μέλλον της Ανωμαλίας του Νότιου Ατλαντικού παραμένει άγνωστο, αλλά σε κάθε περίπτωση, υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν ότι η SSA δεν είναι κάτι που προέκυψε τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Ιούλιο του 2020, πρόκειται για ένα επαναλαμβανόμενο μαγνητικό γεγονός που μπορεί να έχει επηρεάσει τη Γη ήδη από 11 εκατομμύρια χρόνια πριν.
Μια πιο πρόσφατη μελέτη, που δημοσιεύθηκε το 2024, διαπίστωσε ότι η SAA έχει επίσης αντίκτυπο στα σέλαα που παρατηρούνται στη Γη. «Παρόλο που η SAA κινείται αργά, περνάει κάποια αλλαγή στη μορφολογία της, οπότε είναι σημαντικό να εξακολουθήσουμε να την παρατηρούμε με συνεχείς αποστολές», δήλωσε ο Sabaka.